Κρίστιαν Ντάνιελ Ροχ (Christian Daniel Rauch)

 

Κρίστιαν Ντάνιελ Ροχ

Ο Κρίστιαν Ντάνιελ Ροχ (2 Ιανουαρίου 1777, Άρολσεν – 3 Δεκεμβρίου 1857, Δρέσδη) ήταν ένας Γερμανός γλύπτης του γερμανικού κλασικισμού. Ίδρυσε την Σχολή Γλυπτικής του Βερολίνου, και ήταν ο σπουδαιότερος Γερμανός γλύπτης του 19ου αιώνα.

Ο Κοιμώμενος Ενδυμίωνας

Ο Ροχ γεννήθηκε στο Άροσλεν στο Πριγκιπάτο του Βάλντεκ στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο πατέρας του εργαζόταν στην αυλή του πρίγκιπα Φρειδερίκου Β΄ της Έσσης και το 1790 ο νεανίας Ροχ ήταν μαθητευόμενος στον γλύπτη της αυλής του  Άροσλεν, Φρίντριχ Βάλεντιν, υπό τον οποίο εκτέλεσε κυρίως διακοσμητικά έργα. Το 1795, έγινε βοηθός του Γιόχαν Κρίστιαν Ρουλ, τον γλύπτη της αυλής του Κάσσελ, τον οποίο βοήθησε να διακοσμήσει το ανάκτορο Βίλχελμσούε. Μετά τον θάνατο του πατέρα του το 1796 και του μεγαλύτερου αδελφού του το 1797, μετακόμισε στο Βερολίνο όπου διορίστηκε αξιωματούχος του οίκου του βασιλέως. Εγκατέλειψε προσωρινά την γλυπτική, αλλά η νέα θέση του προσέφερε ένα ευρύτερο πεδίο βελτίωσης και σύντομα χρησιμοποίησε την ευκαιρία και ασκούσε την τέχνη του τις ελεύθερες ώρες του. Ήταν κάτω από την επιρροή του Γιόχαν Γκότφριντ Σάντο.

Το 1802, εξέθεσε τον “Κοιμώμενο Ενδυμίωνα”. Η βασίλισσα Λουίζα της Πρωσίας, που τον έπιασε μια μέρα, το 1804, την ώρα που έκανε την μοντελοποίηση των χαρακτηριστικών της σε κερί, τον έστειλε να σπουδάσει στην Πρωσική Ακαδημία Τεχνών. Λίγο αργότερα, την ίδια χρονιά, ο κόμης Σάντρεκι στον Ροχ τα μέσα να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του στην Ρώμη, όπου του παραστάθηκαν οι Βίλχελμ φον Χούμπολτ, Αντόνιο Κανόβα και Μπέρτελ Θόρβαλντσεν. Έκανε επίσης σε φυσικό μέγεθος το μπούστο (προτομή) της βασίλισσας Λουίζας σε μάρμαρο, και μεταξύ των άλλων πρώιμων έργων του ήταν τα μπούστα του ποιητή Ζαχάριας Βέρνερ, του κόμη Βενγέρσκι και του ζωγράφου Ράφαελ Μενγκς, του τελευταίου φτιαγμένου με εντολή του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας. Άλλα έργα ήταν τα ανάγλυφα “Ιππόλυτος και Φαίδρα”, “Ο Άρης και η Αφροδίτη τραυματισμένοι από τον Διομήδη”, και “Το παιδί που προσεύχεται”. Παρέμεινε στην Ρώμη επί έξι χρόνια. 

Η σαρκοφάγος της βασίλισσας Λουίζας της Πρωσίας.

Το 1811 ανατέθηκε στον Ροχ να κάνει το μνημείο της βασίλισσας Λουίζας της Πρωσίας. Το γλυπτό, που παρουσιάζει την βασίλισσα σε κοιμώμενη στάση, τοποθετήθηκε σε ένα μαυσωλείο στο Σαρλότενμπουργκ, και επέφερε μεγάλη φήμη και ευρωπαϊκή αναγνώριση στον καλλιτέχνη. Ένα παρόμοιο γλυπτό της βασίλισσας, ακόμα πιο επιτυχημένο, τοποθετήθηκε στο πάρκο Σανσουσί στο Πότσδαμ. Του ανατέθηκε η ανέγερση σχεδόν όλων των δημοσίων γλυπτών. Ανάμεσά τους ήταν των: Μπούλο, Γιόρκ και Σάρνχορστ στο Βερολίνο, Μπλύχερ στο Μπρεσλάου, Μαξιμιλιανού Α΄ στο Μόναχο, Φράνκε στο Χάλλε, Ντύρερ στη Νυρεμβέργη, Λούθηρου στη Βιτεμβέργη, και του μεγάλου δούκα Παύλου Φρειδερίκου στο Σβερίν.

Μέχρι το 1824 είχε κάνει 70 μπούστα σε μάρμαρο από τα οποία 20 ήταν τεράστιου μεγέθους. Τα τεράστια χάλκινα αγάλματα του Μπλύχερ έχουν ύψος 13 πόδια, και έκανε επίσης το μεγαλύτερο μέρος των 12 αγαλμάτων σε σίδερο που συνθέτουν το Εθνικό Μνημείο για τους Απελευθερωτικούς Πολέμους στο Κρέουζμπεργκ, κοντά στο Βερολίνο. Ένα από τα ωραιότερα έργα του είναι το ομαδικό “Πίστη, Ελπίδα και Φιλανθρωπία”, το οποίο παρουσίασε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Άρολσεν.

Το ιππικό άγαλμα του Φρειδερίκου του Μεγάλου, στην λεωφόρο Unter den Linden.

Το 1830, ο Ροχ άρχισε σε μεγάλη έκταση, μαζί με τον αρχιτέκτονα Καρλ Φρίντριχ Σίνκελ, τα μοντέλα για το τεράστιο ιππικό μνημείο στο Βερολίνο προς τιμήν του βασιλιά Φρειδερίκου Β΄ της Πρωσίας (Φρειδερίκο τον Μεγάλο). Το έργο αυτό, αποτέλεσμα εργασίας 20 ετών, εγκαινιάστηκε με μεγάλη λαμπρότητα τον Μάιο του 1851, και θεωρείται ως ένα από τα αριστουργήματα της σύγχρονης γλυπτικής, το αποκορύφωμα του έργου του Ροχ ως πορτρέτου και ιστορικού γλυπτού. Οι πρίγκιπες έκαναν πολλές τιμές στο Ροχ και οι ακαδημίες της Ευρώπης τον έκαναν μέλος τους. Ένα άγαλμα του Ιμμάνουελ Καντ για το Κόνιγκσμπεργκ και ένα άγαλμα του Άλμπερτ Τάερ για το Βερολίνο απέσπασαν την προσοχή του για μερικά από τα τελευταία του χρόνια και είχε μόλις τελειώσει το μοντέλο του προσευχόμενου Μωυσή μεταξύ του Ααρών and του Ωρ όταν ασθένησε.

Το 1837 ο Ροχ έγινε αντεπιστέλλον μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών της Ολλανδίας.

Απεβίωσε στην Δρέσδη.

Ήταν ένας από τους πρώτους, αν όχι ο πρώτος, από τους Γερμανούς γλύπτες της εποχής του, που συνδύασε στο έργο του τις καθαρές γραμμές της υπερβατικής αξιοπρέπειας και κομψότητας, με την γνήσια προσωπογραφία του ατόμου. Υπάρχει ποιητική ελευθερία στην αντίληψή για τα ιδανικά θέματα τα οποία δεν υπερβαίνουν όμως τα όρια της αλήθειας και της πιστότητας της φύσης, και μπορεί με ασφάλεια να χαρακτηριστεί ο ιδρυτής της μεγάλης σχολής γλυπτικής του Βερολίνου.

Πηγές

·         Christian Daniel Rauch. en.wikipedia

·         Christian Daniel Rauch. de.wikipedia

·         The Encyclopedia Americana (1920)/Rauch, Christian Daniel. en.wikisource

 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο